ΜΕΤΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ /

Οι Ικ και εμείς

Η ΒΥΘΙΣΗ ΣΤΗΝ ΑΠΟΚΤΗΝΩΣΗ ΜΙΑΣ ΦΥΛΗΣ ΑΦΡΙΚΑΝΩΝ ΚΥΝΗΓΩΝ ΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ '60, ΩΣ ΑΝΑΤΡΙΧΙΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ ΤΟΥ ΔΥΤΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ HOMO SAPIENS

© Aπεροπία. Τα άρθρα του ιστολογίου aperopia.fr γράφονται κατόπιν κοπιαστικής έρευνας και μετάφρασης. Απαγορεύεται η αναδημοσίευση ολόκληρου του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του aperopia.fr. Επιτρέπεται μόνον η αναδημοσίευση 2-3 πρώτων παραγράφων με προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο aperopia.fr


Γράφει η Χρυσούλα Μπουκουβάλα


Φανταστείτε μια κοινωνία όπου κανείς δεν δίνει σε κανέναν και όλοι επιδιώκουν μόνο να παίρνουν. Τι είδους ζωή θα ήταν αυτή; Ο ανθρωπολόγος και συγγραφέας Κόλιν Τέρνμπουλ (Colin Turnbull, 1924-1994) αυτό το βίωσε από πρώτο χέρι τη δεκαετία του ’60, ζώντας με την ολιγάριθμη και απομονωμένη φυλή των Ικ (Ik) ή Τέουζο (Teuso), στα βουνά της βορειοανατολικής Ουγκάντας.

Η αμφιλεγόμενη μελέτη του Τέρνμπουλ είχε τίτλο The Mountain People (Οι άνθρωποι των βουνών), δημοσιεύτηκε το 1972 και είχε θέμα την απότομη μετάλλαξη της ζωής των Ικ, και προκάλεσε κρύο ιδρώτα στους μέχρι τότε ανέμελους δυτικούς πολίτες που είχαν ριχτεί με πάθος στον καταναλωτισμό.

Ο Τέρνμπουλ χαρτογράφησε την κοινωνική αποσύνθεση αυτής της φυλής των Αφρικανών κυνηγών, η οποία, από πολλές απόψεις, ήταν παράλληλη με εκείνη των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Αυτό που είδε τότε ήταν η κάθοδος στην Κόλαση μιας κοινωνίας που τα μέλη της είχαν ξεχάσει πώς να είναι άνθρωποι, είχαν απωλέσει την ικανότητα να αγαπούν, να βοηθούν τους αδύναμους, αλλά και να ελπίζουν.

Ο Τέρνμπουλ προειδοποίησε τότε την ανθρωπότητα ότι κάθε μέλος των δυτικών κοινωνιών μας, τουλάχιστον στις πόλεις, ζούσε ήδη σε απόλυτη συναισθηματική απομόνωση, όπως ακριβώς και οι Ικ.

Το αποτρόπαιο παράδειγμα των Ικ λειτουργεί ως ανατριχιαστική προειδοποίηση απανθρωπισμού των σημερινών μας κοινωνιών που οδηγεί κατ’ ευθείαν στον μετανθρωπισμό.

Η μελέτη βασίστηκε στις πληροφορίες που συνέλεξε ο ίδιος ο Τέρνμπουλ με τον επίσης ανθρωπολόγο βοηθό και εραστή του, Τζόζεφ Τάουλς (Joseph Towles, 1937-1988), ανάμεσα στα έτη 1964–1967 και περιγράφει τους Ικ ως έναν λαό που αναγκάστηκε να στραφεί στον άκρατο ατομικισμό, προκειμένου να επιβιώσει κατά τη διάρκεια ενός φοβερού λιμού που προέκυψε έπειτα από μία παρατεταμένη ξηρασία.

Αριστερά, ο Τζόζεφ Τάουλς και δεξιά, ο Κόλιν Τέρνμπουλ στα δάση της Ουγκάντας.

Η φυλή των Ικ είχε πάντα τους προσωρινούς καταυλισμούς της στα ψηλότερα βουνά της Ουγκάντας, «πάνω από τα σύννεφα», όπως έλεγαν τα ίδια τα μέλη της. Αυτό ήταν ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα που τη διαφοροποιούσε από τις άλλες. Ο Τέρνμπουλ, και ο συνάδελφός του, πέρασαν το μεγαλύτερο μέρος της περιόδου 1964 -1967 μαζί τους, μόνο που τα δύο τελευταία χρόνια ενέσκηψε η φοβερή ξηρασία και ο λιμός που μετάλλαξε τη συμπεριφορά τους.

Το μεγάλο ενδιαφέρον της μελέτης δεν συνίσταται στην αφήγηση της ζωής μιας φυλής Αφρικανών κυνηγών-τροφοσυλλεκτών, αλλά της μετάβασης αυτών των ανθρώπων προς την κτηνωδία και την απανθρωποποίηση.

Ιστορικό

Οι Ικ άρχισαν να αντιμετωπίζουν τις πρώτες δυσκολίες στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς τα νέα εθνικά κράτη στην περιοχή «οριστικοποίησαν» τα σύνορά τους που μέχρι τότε ήταν ασαφή.

Προηγουμένως, κυκλοφορούσαν ελεύθερα μεταξύ εκείνων των περιοχών, κυνηγώντας θηράματα στην κοιλάδα Κιντέπο (Kidepo Valley) και ακολουθώντας τα μέσα από τα βουνά, στο Νότιο Σουδάν και την Κένυα.

Ωστόσο, όταν η κοιλάδα Κιντέπο κηρύχθηκε Εθνικό Πάρκο Θηραμάτων από την αποικιοκρατική κυβέρνηση που ελεγχόταν από τους Άγγλους, ​τους απαγορεύτηκε να κυνηγούν οτιδήποτε εκεί. Στη συνέχεια, όφειλαν να αποκτήσουν μόνιμη βάση, αλλά στην αφιλόξενη και άγονη ορεινή ανατολική άκρη του Πάρκου, μια περιοχή που προηγουμένως προοριζόταν μόνο για προσωρινή ανάπαυση.

Χάρτης κατανομής ομιλούμενων γλωσσών στην Ουγκάντα. Η περιοχή που ζούσαν οι Ικ, σημειώνεται πάνω δεξιά, με μωβ χρώμα.

Η έρευνα του Τέρνμπουλ δείχνει ότι η παραδοσιακή κοινωνία της χαλαρής συνεργασίας για το κυνήγι και των όχι και πολύ ισχυρών οικογενειακών δεσμών, στάθηκε ανεπαρκής να ανταποκριθεί στη νέα, τρομακτική πρόκληση που αντιμετώπισε η φυλή.

Δείχνει αναλυτικά πώς η επιβίωση, από ομαδική υπόθεση, έγινε πλέον απολύτως ατομική. Το φαγητό δεν μοιραζόταν πλέον σε όλους εξίσου. Οι άντρες κυνηγούσαν ό,τι μπορούσαν και το έτρωγαν μακριά από το χωριό, ενώ οι γυναίκες μάζευαν καρπούς μόνο για τον εαυτό τους.

Η συνέπεια αυτής της συμπεριφοράς, ήταν τα βρέφη, τα παιδιά, και οι ηλικιωμένοι γονείς και συγγενείς να αρχίσουν να πεθαίνουν από πείνα, και η φυλή να γίνεται δυσμενώς γνωστή για τις κλοπές βοοειδών που άρπαζαν από τις γειτονικές φυλές.

Η κλοπή έγινε πολύ διαδεδομένη μεταξύ τους και ο Τέρνμπουλ παρατήρησε τον τρόπο με τον οποίο κατέστη ο νέος κανόνας, το νέο «ήθος». Η ειλικρίνεια ανακηρύχθηκε ως βλακεία και το ψέμα έγινε τέχνη.

Μήπως αυτό μας θυμίζει ό,τι ακριβώς επικρατεί σήμερα και στην κοινωνία μας;

Ο Τέρνμπουλ επεσήμανε ότι σε αντίστοιχους καιρούς μεγάλων περιβαλλοντικών αλλαγών, και άλλες ανθρώπινες ομάδες δεν προστατεύτηκαν από τη γνώση, την αλληλεγγύη, και το νόμο (δηλαδή τον πολιτισμό), έτσι ώστε η κατάληξή τους να μην είναι η πλήρης κατάπτωση, όπως εκείνη που βίωναν οι Ικ.

Ωστόσο, από τότε πολλοί ανθρωπολόγοι αμφισβήτησαν τα πορίσματα του Τέρνμπουλ, ισχυριζόμενοι ότι ουσιαστικά ασκήθηκε γενοκτονία στους Ικ, και η κυβέρνηση τους δυσφήμισε εσκεμμένα, αποκρύπτοντας την αιτία της ηθικής τους κατάπτωσης  που ήταν η προσχεδιασμένη γενοκτονία τους, προκειμένου να μην …απωθούνται αργότερα οι δυτικοί τουρίστες που θα έρχονταν για σαφάρι στην Κοιλάδα Κιντέπο.

Η κοιλάδα Κιντέπο διαφημίζεται πλέον ως «Το μαργαριτάρι της Αφρικής», «Η χαμένη Εδέμ» ή «Η αληθινή εμπειρία άγριας ζωής» στους διεφθαρμένους δυτικούς τουρίστες, ιδανικός τόπος για να περάσουν τις διακοπές των …Χριστουγέννων (κάτω εικόνα).

Οι βαριεστημένοι και αμαθείς δυτικοί τουρίστες που αναζητούν έντονες εμπειρίες μακριά από τις πυκνοκατοικημένες χώρες τους, δεν έχουν ιδέα τι συνέβη τη δεκαετία του ’60 στους Ικ και ποιος ευθύνεται για τα δεινά τους.

Αλλά όπως συμβαίνει συνήθως, δεν υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά… Τι λόγους είχε ο Τέρνμπουλ, να δυσφημίσει αυτή τη συγκεκριμένη φυλή, και να την παρουσιάσει ως ζωντανή αποτυχία της ανθρωπιάς σε συνθήκες αφόρητης πίεσης και στερήσεων;

Να διευκολύνει άραγε το έργο της αποικιοκρατικής κυβέρνησης του βρετανικού Imperium και των ντόπιων συνεργατών της, ή απλώς περιέγραψε με ειλικρίνεια αυτά που έβλεπε; Πως πρέπει να αντιμετωπίσουμε τελικά τη μελέτη του;

Είτε υπήρξε δόλος γενοκτονίας και έξωσης των Ικ από τα εδάφη τους προκειμένου να μετατραπούν σε πάρκο αναψυχής για δυτικούς τουρίστες, είτε ο λιμός συνέβη λόγω ξηρασίας, το αποτέλεσμα ήταν ότι οι Ικ έχασαν τη φυσική ικανότητα της αλληλοβοήθειας, κάτι που οφείλει να μας βάλει σε βαθιές σκέψεις.

Η ουσία είναι ότι η απάνθρωπη συμπεριφορά τους δεν ήταν αποτέλεσμα μιας πολιτισμικής προσαρμογής σε συνθήκες χρόνιας έλλειψης τροφής, αλλά ακραίας και ξαφνικής πείνας.

Στην Ιστορία υπάρχουν βέβαια πολλά παραδείγματα απανθρωπισμού: ένα απ’ αυτά είναι ότι κατά τη διάρκεια του μεγάλου Λιμού της Ιρλανδίας του 1845 ως το 1852, εξαιτίας της προσβολής των καλλιεργειών της πατάτας από έναν μύκητα.

Σε συνδυασμό με την κτηνώδη αντιμετώπιση των φτωχών δουλοπάροικων Ιρλανδών από την κατοχική Αγγλική κυβέρνηση, που ενώ πέθαιναν, εκείνη εξακολουθούσε να εξάγει όση σοδειά είχε απομείνει, καταγράφηκαν περιστατικά κανιβαλισμού.

Μάνες και πατεράδες έκοβαν κομμάτια από τα σώματα των αποστεωμένων πεθαμένων παιδιών, παιδιά από τα αδέλφια, τους γονείς ή τους παππούδες και τις γιαγιάδες τους…

Οικογένειες προσπαθούν να εισέλθουν σε φτωχοκομείο κατά τον λιμό της Ιρλανδίας προκειμένου να φάνε από τα συσσίτια, αλλά η είσοδος είχε πλέον απαγορευτεί. Το αποτέλεσμα ήταν ενάμισι εκατομμύριο νεκροί και δύο εκατομμύρια μετανάστες, που κατευθύνθηκαν κυρίως προς τις ΗΠΑ.

Ο κανιβαλισμός έχει τεκμηριωθεί και σε πολλούς άλλους ιστορικούς λιμούς σε όλο τον κόσμο, όπως στην αγγλοκρατούμενη Ινδία, τη Σοβιετική Ένωση των Τροτσκιστών, την Κίνα του Μάο, την Καμπότζη, την Αιθιοπία και αλλού.

Ωστόσο, κανείς απ’ αυτούς δεν μπορεί να χαρακτηριστεί κανίβαλος επειδή αναγκάστηκε να φάει νεκρούς, ούτε η κουλτούρα τους έχει χαρακτηριστεί κανιβαλιστική (ούτε και θα έπρεπε).

Μπορεί οι Ικ να μην έφαγαν τους δικούς τους νεκρούς, αλλά δεν έχει κανένα νόημα να λέμε ότι φταίει η κουλτούρα τους για την κτηνώδη συμπεριφορά που επέδειξαν, όπως δεν έχει κανένα νόημα να λέμε ότι η Ιρλανδική, η Ινδική, η Ρωσική, η Κινεζική κουλτούρα κ.ο.κ. φταίει για τον κανιβαλισμό. Άλλοι ήταν οι ένοχοι και αυτό είναι αναμφισβήτητο.

Ωστόσο, όπως θα δούμε παρακάτω, υπάρχει ένα όριο που δεν μπορεί να ξεπερνιέται γιατί εν συνεχεία ενεργοποιείται ένα είδος «κώδικα» που ωθεί στην αποκτήνωση. Αυτό οι κυβερνώντες ανέκαθεν το γνώριζαν, όπως και πώς να εξαναγκάζουν το είδος Homo Sapiens να εγκλωβίζεται στα κατώτερα ζωικά του ένστικτα, ζώντας σαν αναίσθητο κτήνος, λίγο πριν πεθάνει…

Αιτίες

Αυτή η φυλή, σαφώς και δεν ήταν πάντα έτσι. Αρχικά, οι Ικ ήταν μια ολιγάριθμη φυλή κυνηγών που ζούσαν απομονωμένοι στα υψίπεδα των βουνών που βρίσκονται στα σύνορα της Ουγκάντας με το Νότιο Σουδάν και την Κένυα.

Λόγω της δημιουργίας ενός Εθνικού Πάρκου Θήρας, εντός του οποίου απαγορεύτηκε να κυνηγούν τα ζώα που κάποτε τους συντηρούσαν και τους επέτρεπαν να ζουν αξιοπρεπώς, αναγκάστηκαν να καταφύγουν σε άλλα, άγονα μέρη, αντί να ζουν στους φυσικούς κυνηγότοπούς τους.

Οι γύρω φυλές ανέκαθεν θεωρούσαν ότι οι Ικ έχουν έλθει από τον μακρινό βορρά, και συγκεκριμένα από την Αίγυπτο, δια μέσου του Σουδάν, και ότι φυλετικά δεν έχουν καμμία σχέση με τις άλλες φυλές της περιοχής. Μάλιστα δε γλωσσολογικά, η γλώσσα τους εντοπίστηκε να είναι ίδια με του Μέσου Βασιλείου της αρχαίας Αιγύπτου (Νειλο-σαχάρια ομάδα). Γι’ αυτό και οι Ικ δύσκολα γίνονταν κατανοητοί από τις υπόλοιπες φυλές της Ουγκάντας.

Μετά από την δυσμενή εξέλιξη της αλλαγής χρήσης της γης τους, οι Ικ μάταια προσπάθησαν να γίνουν αγρότες σε εδάφη στα οποία δεν έβρεχε σχεδόν ποτέ. Αποκλεισμένοι σε μια πολύ περιορισμένη καλλιεργήσιμη γη, καταδιωκόμενοι από τους χωροφύλακες, χωρίς να μπορούν πλέον να τραφούν με τις συνήθεις τεχνικές τους, έχασαν γρήγορα τη ζωτική τους δύναμη και κατόπιν την ψυχική τους ισορροπία.

Οι ψυχικές διαταραχές έγιναν έκδηλες, και οι οικογενειακές τους δομές, που δεν ήταν άλλωστε και τόσο ισχυρές, διαλύθηκαν. Τέλος, λόγω του απομονωτισμού τους, έχασαν σε μεγάλο βαθμό και τη χρήση του λόγου, ένα ακόμα τραγικό γνώρισμα της εποχής μας,

Σε λιγότερο από τρεις γενιές, από μια ομάδα ευημερούντων και γενναίων κυνηγών, μετατράπηκαν σε διάσπαρτες ομάδες παραπαιόντων ανθρώπων, που ο μοναδικός στόχος τους ήταν η ατομική επιβίωση και που έμαθαν ότι το τίμημα αυτής της επιβίωσης ήταν να απεμπολήσουν τη συμπόνοια, την αγάπη, τη στοργή, την καλοσύνη, την αλληλεγγύη, και τη φροντίδα ακόμα και των δικών τους ανθρώπων.

Περιχαρακωμένοι από τους περιορισμούς που άλλοι τους είχαν θέσει, εξέλιξαν μια κοινωνία της οποίας η ηθική και οι πεποιθήσεις πήγαζαν από τη δύσκολη θέση τους και που οι καταστροφικές της ιδιότητες αντικατοπτρίζουν τον ψυχρό και μοναχικό ατομικισμό των δικών μας, δυτικών κοινωνιών.

Την περίοδο της πείνας, οι νεαροί άντρες μάζευαν περίσσεια τροφή για τον εαυτό τους, ενώ ταυτόχρονα, λίγα μέτρα πιο πέρα, οι πατεράδες, οι μανάδες, οι παππούδες και οι γιαγιάδες τους πέθαιναν από την πείνα.

Τα δε παιδιά, περίμεναν μέχρι οι ηλικιωμένοι να μασήσουν το φαγητό τους, και κατόπιν τους άνοιγαν το στόμα, το άρπαζαν και το έτρωγαν. Αηδιαστική, όσο και ακραία απεγνωσμένη κίνηση.

Μετά τη δημοσίευση της μελέτης του Τέρνμπουλ, οι Ικ απέκτησαν τόσο κακή φήμη στη Δύση, ούτως ώστε ο επιστημονικός αρθρογράφος Lewis Thomas έγραψε σε ένα άρθρο του ότι «Αφοδεύουν ο ένας στο κατώφλι του άλλου», ενώ οι New York Times έγραψαν ότι «Αποτελούν ένα στοιχειωμένο λουλούδι του Διαβόλου στην γωνιά του κήπου του πολιτισμού»

Οι συνέπειες της αποκτήνωσης

1. Το τέλος της οικογένειας

Πριν την κρίση, η φυλή των Ικ στηριζόταν μεν στις οικογένειες, αλλά τελικά αποδείχτηκε ότι οι δεσμοί τους δεν ήταν τόσο δυνατοί. Ο Τέρνμπουλ παρατήρησε με ανησυχία τι συνέβη όταν απουσίασε εντελώς η δομή της οικογένειας.

Σε μία περίπτωση, οι Ίκ είχαν διαταχτεί να μετακομίσουν γρήγορα ένα χωριό τους σε κάποιο άλλο μέρος. Τότε οι νέοι πέταξαν τους ηλικιωμένους και τους ανάπηρους, χωρίς τύψεις. Ο Τέρνμπουλ αφηγείται τα εξής:

«Υπήρξε μια ξαφνική έξοδος από το χωριό, και μακρινές φωνές γέλιου. Πήγα να δω σε τι συνίστατο τόσος ενθουσιασμός. Ήταν κάποιο άτομο που δεν είχα ξαναδεί, η τυφλή χήρα του νεκρού Λολίμ. Η ηλικιωμένη, αφού εγκαταλείφθηκε από την ομάδα, είχε προσπαθήσει να κατέβει την πλαγιά του βουνού, αλλά ήταν τελείως τυφλή και είχε σκοντάψει και κυλήσει στη χαράδρα… Εκεί, ξάπλωσε ανάσκελα, χτυπώντας αδύναμα τα πόδια και τα χέρια της, ενώ ένα μικρό πλήθος που στεκόταν ψηλά, στο χείλος του γκρεμού, την κοίταζε χασκογελώντας».

Κανείς δεν νοιαζόταν να βοηθήσει αυτή τη γριά γυναίκα. Τότε ο Τέρνμπουλ παρενέβη, δίνοντάς της τροφή και φάρμακα. Ήλπιζε ότι το επιπλέον φαγητό θα παρακινούσε την οικογένειά της να της επιτρέψει να πάει κι αυτή μαζί τους στο νέο χωριό.

«Της δώσαμε λοιπόν περισσότερο φαγητό και την βάλαμε να φάει και να πιει ό,τι μπορούσε, βάλαμε το ραβδί της στο χέρι της και της δείξαμε προς τα εκεί που έπρεπε να πάει. Τότε έκλαψε… Νομίζοντας ότι φοβόταν ή ότι ήθελε να τη συνοδεύσουμε ως εκεί, τη ρώτησα γιατί έκλαιγε, και μου απάντησε γιατί της είχαμε θυμίσει ότι υπήρξε μια εποχή που οι άνθρωποι βοηθούσαν ο ένας τον άλλον, και ήταν ευγενικοί και καλοί».

Οι Ικ, μέσα σε δύο περίπου γενιές, είχαν ξεχάσει πώς να βοηθούν τον συνάνθρωπό τους, πώς να νοιάζονται, και πώς να αγαπούν. Είχαν εγκλωβιστεί μέσα σε έναν φαύλο κύκλο.

Έδιωχναν τα νήπια από τα σπίτια τους όταν έκλειναν μόλις τα τρία τους χρόνια. Τα παιδάκια συσπειρώνονταν σε αγέλες, όχι φυσικά για την παρέα και το παιχνίδι, αλλά για την καθαρή επιβίωση.

Εγκαταλελειμμένα παιδιά Ικ που μεγάλωναν μόνα τους μέσα στο δάσος.

Ωστόσο, ακόμα και ο ίδιος ο αρχηγός της αγέλης, μπορούσε τελικά να σπρωχτεί σε έναν γκρεμό από κάποιο άλλο παιδί που θα ήθελε να τον αντικαταστήσει. Το πνεύμα του ανταγωνισμού είχε γίνει αχαλίνωτο.

Μετά από μια παιδική ηλικία χωρίς να τα αγαπούν και να τα φροντίζουν, καθώς έμπαιναν στην ενηλικίωση, τα παιδιά των Ικ ανταπέδιδαν την απάνθρωπη μεταχείριση που είχαν υποστεί, χτυπώντας με τη σειρά τους και εγκαταλείποντας στην λιμοκτονία τους ηλικιωμένους.

Στην μεταλλαγμένη κουλτούρα των Ικ, τα παιδιά και οι ηλικιωμένοι δεν άξιζαν τίποτε. Μόνο οι δυνατοί άξιζαν, όσοι μπορούσαν να παίρνουν τροφή μόνοι τους.

Μήπως οι συνειρμοί με όσα συμβαίνουν σήμερα είναι αναπόφευκτοι;

2. Το τέλος της μητρικής αγάπης

Στις περισσότερες κοινωνίες, ένας από τους βαθύτερους δεσμούς αγάπης είναι μεταξύ της μητέρας και του νεογέννητου μωρού της. Ωστόσο, ακόμα και αυτός ο δεσμός διακόπηκε τελείως στη φυλή των Ικ.

Ο Τέρνμπουλ διηγείται με αποτροπιασμό ότι μια γυναίκα μετέφερε το μωρό της στην πλάτη της μέσα σε ένα ζεμπίλι, ενώ μάζευε τροφή στο δάσος. Χωρίς να ενδιαφέρεται για την ασφάλειά του, χωρίς καμμία αγάπη, πέταξε το ζεμπίλι στο έδαφος με το μωρό της μέσα, και αδιάφορα άρχισε να περιπλανιέται μόνη της αρκετά μακρύτερα για να βρει τροφή.

Όσο όμως εκείνη περιπλανιόταν, μια λεοπάρδαλη ήρθε και έφαγε το μωρό της. Η μητέρα καταχάρηκε: Δεν χρειαζόταν πια να επιβαρύνεται με το παιδί και η λεοπάρδαλη θα κοιμόταν μετά το γεύμα της, δίνοντάς της χρόνο να φύγει μακριά.

Λίγο αργότερα, η φυλή βρήκε και σκότωσε τη λεοπάρδαλη. Κατόπιν την έφαγαν, και μαζί της και το μωρό της γυναίκας που η λεοπάρδαλη είχε καταπιεί. Η μητέρα, ωστόσο, ένιωθε ότι είχε κερδίσει σε δύο μέτωπα: Δεν χρειαζόταν πλέον να φροντίζει το μωρό και στο μεταξύ είχε κερδίσει ένα γεύμα.

Αυτό όμως φαίνεται λογικό, μόνο στα πλαίσια μιας απόλυτα κτηνώδους κοσμοθεώρησης.

3. Έκλυση σεξουαλικών ηθών

Βλέποντας πώς οι Ικ είχαν παραδοθεί ολοκληρωτικά στις πιο άθλιες επιθυμίες τους, ο Τέρνμπουλ αναρωτήθηκε για τις σεξουαλικές τους σχέσεις. Και εδώ ισχυρίστηκε ότι συνάντησε τον άκρατο εγωισμό:

«Ο Λολίμ και άλλοι από τους ηλικιωμένους μου είπαν, για παράδειγμα, πώς στα παλιά χρόνια η μοιχεία θεωρούνταν έγκλημα, ίσο με την αιμομιξία… Αλλά όταν του ανέφερα τα πολλά φλερτ της κόρης του με διάφορους άνδρες και τον ρώτησα αν φοβόταν γι’ αυτήν, γέλασε και είπε ότι οι Ικ τα είχαν πλέον ξεπεράσει όλα αυτά, και τώρα ο καθένας μπορούσε να κοιμάται με οποιονδήποτε…. Αυτή ήταν μια ακόμη ένδειξη του πόσο ολοκληρωτικά είχαν καταρρεύσει οι οικογενειακές αξίες».

Ο Τέρνμπουλ βρήκε τη συμπεριφορά των Ικ και την κουλτούρα τους εντελώς αποκρουστική, όταν αντιλήφθηκε ότι «Συγκέντρωναν μικρές ομάδες περίπου δέκα ατόμων που στη συνέχεια τις οδηγούσαν σε αρκετά απομακρυσμένα μέρη, και τις εγκατέλειπαν εκεί, ώστε να μην μπορούν να επιστρέψουν στο σπίτι τους»…

Ποιος έλεγε τελικά την αλήθεια; Ο Τέρνμπουλ που δεν ανέφερε τίποτε για τις προθέσεις της κυβέρνησης, ή οι Ικ που μιλούσαν για προσχεδιασμένη γενοκτονία;

Ακόμα όμως και αν ήταν έτσι, κατά πόσον δικαιολογείται η απώλεια της ανθρωπιάς;

Είτε η κυβέρνηση τους άφησε εντελώς αβοήθητους, είτε όχι, το γεγονός είναι ότι οι Ικ, από άλλοτε ευημερούντες κυνηγοί, κατάντησαν διάσπαρτες και μεμονωμένες ομάδες εχθρικών και πεινασμένων ανθρώπων, που ο μόνος στόχος τους ήταν η ατομική επιβίωση.

4. Αποκτήνωση

Ο Τέρνμπουλ ισχυρίστηκε επίσης ότι συνέβη κάτι εντελώς αναπάντεχο: ακόμη και όταν η αφθονία είχε επιστρέψει, οι Ικ επέμεναν στις πρωτύτερες, κτηνώδεις τους πρακτικές. Πως μπορεί άραγε να ονομαστεί κάτι τέτοιο; Μήπως αποκτήνωση;

Η κυβέρνηση της Ουγκάντας −που υποτίθεται ότι είχε ανεξαρτητοποιηθεί από την βρετανική ηγεμονία το 1962− ισχυρίστηκε ότι κατά τα χρόνια της ξηρασίας παρείχε συσσίτια στους Ικ.

Οι ίδιοι όμως οι ελάχιστοι Ικ που επιζούν σήμερα, καθώς οι περισσότεροι αποδεκατίστηκαν τότε, το αρνούνται και διαβεβαιώνουν ότι η κυβέρνηση τους είχε αφήσει στο έλεος της πείνας και των επιθέσεων των γειτονικών τους φυλών, που ανέκαθεν τους θεωρούσαν υποδεέστερους.

Ουσιαστικά, οι Ικ επιμένουν ότι επειδή ήταν περιθωριοποιημένοι, ολιγάριθμοι, φιλήσυχοι και αγράμματοι, και ήθελαν να τους υφαρπάξουν την περιοχή τους, η κυβέρνηση επιδίωξε τη γενοκτονία τους προκειμένου να μετατρέψει την περιοχή τους σε τουριστική ατραξιόν. Σήμερα, δεν είναι περισσότεροι από 14.000 χιλιάδες και πάντα άοπλοι.

Ο Τέρνμπουλ ισχυρίστηκε ότι τα νεότερα μέλη της φυλής που ήταν τα πιο δυνατά, πήγαιναν να μαζέψουν τη κρατική βοήθεια σε μορφή συσσιτίων, όπου είχαν υποχρέωση να τα διανείμουν σε όλους.

Κατά τη διάρκεια όμως της επιστροφής τους στο χωριό, σταματούσαν και έτρωγαν τις μερίδες και των άλλων, σε σημείο που έκαναν εμετό. Δεν έφερναν απολύτως τίποτε πίσω για τους πεινασμένους ηλικιωμένους και τα παιδιά στο χωριό τους.

Κάποια στιγμή οι βροχές επέστρεψαν στην Ουγκάντα. Τα χωράφια ξεχείλιζαν από καρπούς και η σοδειά ήταν πλούσια. Ωστόσο, ο Τέρνμπουλ επέμενε ότι ακόμα και στη μέση της αφθονίας, οι Ικ συνέχισαν να ζουν όπως είχαν συνηθίσει την περίοδο του λιμού.

Είχαν αποφασίσει, ότι αφού μπορούσαν να παίρνουν περισσότερα τρόφιμα από την κυβέρνηση κάνοντας λιγότερη προσπάθεια, γιατί να μην αφήσουν τις καλλιέργειές τους να σαπίσουν στα χωράφια;

«Υπήρχε τόσο πολύ φαγητό που δεν μπορούσαν ποτέ να το φάνε όλο. Παρόλο που κάθε άτομο είχε ό,τι μπορούσε να φάει, εξακολουθούσε να μην θέλει να βλέπει τους άλλους να τρώνε ό,τι εκείνο δεν μπορούσε. Κανείς δεν σκέφτηκε να κάνει οικονομία για κάποια μελλοντική εποχή στερήσεων, πόσο μάλλον για τη σπορά του επόμενου έτους», επεσήμαινε ο Τέρνμπουλ.

Μήπως όλα αυτά μας θυμίζουν την επιδοματική πολιτική των δυτικών κυβερνήσεων τα τελευταία χρόνια και την αδιαφορία των άνεργων και λειτουργικά αναλφάβητων νέων για το μέλλον τους, χάρη στα διάφορα «pass»;

Μήπως οι νεώτεροι δεν σκέφτονται καθόλου την πιθανότητα να τους κόψουν εντελώς τα επιδόματα, και ότι ο απώτερος στόχος των κυβερνήσεων μπορεί να είναι η αντικατάστασή τους από αλλογενείς και αλλόθρησκους πληθυσμούς;

Ελληνική κοινωνία και αποκτήνωση

Η γράφουσα δεν μπορεί να μην επισημάνει τις τρομερές ομοιότητες της συμπεριφοράς της φυλής των Ικ με την συμπεριφορά της ελληνικής κοινωνίας, ειδικά μετά την ψευτο-πανδημία του κορωνοϊού, και τις δεκάδες χιλιάδες θυμάτων εντός και εκτός νοσοκομείων, εξ αιτίας των γνωστών πλέον «Πρωτόκολλων του Θανάτου».

Και τα Πρωτόκολλα του Θανάτου ήταν η μη χορήγηση αντιβιοτικών και αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, η παραμονή στο σπίτι, αφήνοντας τους ασθενείς αβοήθητους, ενώ όσοι νοσηλεύονταν, όπως αποδείχτηκε από τις μαρτυρίες, οι περισσότεροι πέθαναν από βίαιη διασωλήνωση, τραχειοτομή και παροχή υπερβολική οξυγόνου εκεί που δεν χρειαζόταν, από άθλια ψυχολογική και σωματική μεταχείριση, ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις, ελλείψεις προσωπικού, κ.ά.

Μετά τα μνημόνια, το επιλεκτικό κούρεμα των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου που κατέστρεψε οικονομικά χιλιάδες Έλληνες, το ξεπούλημα της κρατικής περιουσίας αντί πινακίου φακής, την φτωχοποίηση των Ελλήνων μέσω υπερβολικής φορολόγησης, μείωσης μισθών και συντάξεων, τις μαζικές δολοφονίες τους με ποικίλους τρόπους, τον εκφυλισμό της δικαιοσύνης και της δημόσιας ζωής, την κατάχρηση του δημοσίου χρήματος, την αύξηση της εγκληματικότητας πάσης φύσεως που ένα μεγάλο μέρος της οφείλεται στην ανεξέλεγκτη λαθρομετανάστευση, καθώς και τις συνεχείς και καθημερινές «ξαφνικίτιδες», η αδιαφορία στον θάνατο όχι μόνο του διπλανού μας, αλλά και των οικείων μας, έγινε πλέον κανονικότητα, όπως είχε άλλοτε γίνει στη φυλή των Ικ.

Το παράδειγμα της Κατοχής

Στα απομνημονεύματα του Γιώργου Θεοτοκά, ενός από τους σημαντικότερους διανοούμενους και εκπροσώπους της γενιάς του ’30, «Τετράδια Ημερολογίου 1939-1953», Έκτο Τετράδιο, 1942-1943, εκδ. Βιβλ. της Εστίας, 2005, στη σελ. 380, διαβάζουμε τα εξής:

«Μια μεγάλη ομαδική αναισθησία εμπρός στον ακατάπαυστο κίνδυνο. Αναισθησία, παχυδερμία, ρουτίνα… Πρώτα μαθαίνει κανείς να αδιαφορεί για τον θάνατο των ξένων, των αγνώστων, ύστερα σιγά-σιγά συνηθίζει να αδιαφορεί για τον θάνατο προσώπων γνωστών ή και προσφιλών, στο τέλος αδιαφορεί και για το δικό του θάνατο».

Μήπως λοιπόν πολύ πριν από την ψευτο-πανδημία, περιήλθαμε χωρίς να το καταλάβουμε, σε μια κατάσταση αντίστοιχη μ’ αυτήν της Κατοχής του 1943, που τόσο γλαφυρά περιέγραψε ο Θεοτοκάς; Μήπως τα χρόνια που έρχονται θα βλέπουμε να πεθαίνουν οι σύντροφοι, οι αγαπημένοι μας συγγενείς και φίλοι και θα παραμένουμε απαθείς;

Γιατί η απάθειά μας αυτή είναι η ύστατη μορφή απόγνωσης, όπου δεν νοιαζόμαστε πλέον ούτε για την ίδια μας την επιβίωση, εφόσον έχουμε πειστεί ότι κάθε προσπάθεια είναι μάταιη.

Αυτό συμβαίνει γιατί όλα όσα δοκιμάσαμε για να βελτιώσουμε την κατάστασή μας απέτυχαν, ή μήπως γιατί δεν προσπαθήσαμε αρκετά;

Η καταπάτηση των Νόμων, της δημόσιας τάξης, το ξεπούλημα της πατρώας γης μας, η λαθροεισβολή, η στέρηση των δικαιωμάτων μας, η καθημερινή βία και το οργανωμένο έγκλημα, κρατικό ή μη, καθώς και η απαγόρευση χρήσης κάθε μέσου επιβίωσής μας λόγω της υποτιθέμενης πανδημίας, μας οδήγησαν στην απάθεια και τον κυνισμό.

Μαζική ψύχωση και απάθεια

Με τη διαφορά, ότι αν μέχρι τώρα η απάθεια και ο κυνισμός ήταν το αποτέλεσμα οργανωμένων επιχειρήσεων γενοκτονίας και αντικατάστασης πληθυσμού, σήμερα πια, η διεθνής εγκληματική υπερδομή, εφαρμόζει πιο σοφιστικέ μεθόδους και μάλιστα βασισμένες στην επιστήμη της κυβερνητικής:

Όπως εξήγησε ο Βέλγος καθηγητής κλινικής ψυχιατρικής του πανεπιστημίου της Γάνδης, Ματίας Ντεσμέτ, για το φαινόμενο της ομαδικής προσέλευσης στον υποχρεωτικό εμβολιασμό, η μαζική ψύχωση έκανε δισεκατομμύρια ανθρώπους να πιστέψουν ένα προκατασκευασμένο αφήγημα και να εμβολιαστούν με «πειραματικά» γονιδιακά σκευάσματα που ελάχιστα είχαν δοκιμαστεί, με τις τραγικές συνέπειες που βλέπουμε σήμερα.

Άλλοι έσπευσαν από μόνοι τους λόγω του φόβου του ιού, άλλους όμως τους εξανάγκασαν υπό την απειλή απόλυσης από την εργασία τους και υπέκυψαν. Σε κάθε περίπτωση όμως, αμφότεροι συναίνεσαν στον βιασμό τους.

Όσοι δεν εξαναγκάστηκαν να εμβολιαστούν δια της βίας, το έπραξαν προκειμένου να μην αισθάνονται αποσυνδεδεμένοι και αποσυνάγωγοι, αντιμετωπίζοντας έτσι το άγχος τους απέναντι στη νέα απειλή, με τη συμμετοχή τους σε μιά τερατώδη συλλογικότητα-ρωσική ρουλέτα, όχι από αλληλεγγύη προς τους άλλους, αλλά εξαιτίας της υπνωτιστικής προπαγάνδας των καθεστωτικών ΜΜΕ.

Τώρα, βλέπουμε το φαινόμενο, οι συγγενείς όσων πεθαίνουν από τη γνωστή πλέον «ξαφνικίτιδα» ή άλλες ασθένειες που πυροδοτούνται ως παρενέργειες των σκευασμάτων, όπως οι καλπάζοντες καρκίνοι, να μην αντιδρούν.

Μήπως στην ιδιωτική σφαίρα απειλούν ότι θα πάρουν εκδίκηση και θα προκαλέσουν Αρμαγεδδώνα και δεν το γνωρίζουμε; Ή μήπως και εκεί σιωπούν παραλυμένοι από απόγνωση και δεν θα αντιδράσουν ποτέ; Ο χρόνος θα δείξει.

Αν κρίνουμε από τις μέχρι τώρα χλιαρές αντιδράσεις των συγγενών των θυμάτων του εγκλήματος της σύγκρουσης των δύο τραίνων στα Τέμπη, οι πιθανότητες για αυτοδικία εκ μέρους τους, είναι απειροελάχιστες, πόσο μάλλον εκ μέρους της υπόλοιπης κοινωνίας η οποία δεν έχει πληγεί άμεσα.

Ο ατομικισμός και η μνήμη χρυσόψαρου των 9 δευτερολέπτων που διαθέτει ο σημερινός Έλληνας, δεν μπορούν να γεννήσουν τιμωρούς που θα αποκαταστήσουν τη δικαιοσύνη, που ξεκάθαρα δεν λειτουργεί.

Ένα είναι σίγουρο: ότι ο κόσμος χωρίστηκε πλέον σε δύο στρατόπεδα: Όποιοι έκαναν το εμβόλιο, τείνουν να ταυτίζονται με τους μετανθρωπιστές, τους φιλονατοϊκούς, τους φιλο-αμερικανούς, τους «μένουμε#ευρώπη» και «μένουμε#σπίτι», τους δυτικολάγνους, τους υπερασπιστές των ΛΟΑΤΚΙ, του διεθνισμού, της ψηφιακής ταυτότητας, των υγειονομικών πάσων, των κρατικών επιδομάτων, και του αφηγήματος της ανθρωπογενούς υπερθέρμανσης.

Από την άλλη, οι ανεμβολίαστοι τείνουν να ταυτίζονται με τους λεγόμενους βιοσυντηρητικούς, δηλαδή τους υπέρμαχους της διατήρησης του ανθρώπινου είδους χωρίς τεχνολογικές παρεμβάσεις, τους αντι-νατοϊκούς, τους φιλορώσους, τους υπερασπιστές ενός πολυπολικού κόσμου, της παραδοσιακής οικογένειας, των δύο βιολογικών φύλων, του εθνικού κράτους, του πατριωτισμού, να είναι κατά της ψηφιακής ταυτότητας, των υγειονομικών πάσων και υπέρ του δικαιώματος της εργασίας και του επιχειρείν, και πιστεύουν ότι η οποιαδήποτε κλιματική υπερθέρμανση −εάν και εφόσον τελικά αποδειχτεί ότι είναι πραγματική− δεν οφείλεται στις δραστηριότητες του ανθρώπου, αλλά στον ήλιο και τις αλλαγές των φυσικών σταθερών στο ηλιακό μας σύστημα.

Μένει να δούμε αν αυτά τα δύο στρατόπεδα θα συγκρουστούν μεταξύ τους, ή θα πνιγούν μέσα στην αφόρητη απάθεια, έχοντας πειστεί ότι κάθε προσπάθεια είναι μάταιη.

Οι Ικ, την περίοδο της κατάρρευσης της ανθρωπιάς τους, έτρωγαν ακόμα και χώμα και εγκατέλειπαν στις ερημιές τους ίδιους τους αγαπημένους τους να πεθάνουν από την πείνα. Εμείς, είμαστε ικανοί να πεθάνουμε από την πείνα, αδιαφορώντας για την αναζήτηση οποιασδήποτε τροφής για εμάς τους ίδιους και την οικογένειά μας, αρκεί να μην στερηθούμε τον ψηφιακό κόσμο.

Θα πεθάνουμε μπροστά από μιά οθόνη.

Στο κατώφλι του μετανθρωπισμού

Ο Τέρνμπουλ είχε γράψει ότι «Οι Ικ είχαν δημιουργήσει μια τερατώδη κοινωνία, μία απαθή και χωρίς συναίσθημα ένωση ατόμων που θα εξαπλωνόταν σαν μύκητας, μολύνοντας ό,τι άγγιζε».

Είχε κάνει μάλιστα και την παρακάτω εκπληκτική δήλωση: «Τα συμπτώματα αλλαγής στην κοινωνία μας, δείχνουν ότι οδεύουμε ακριβώς προς την ίδια κατεύθυνση».

57 χρόνια μετά, όχι απλώς οδεύουμε προς την ίδια κατεύθυνση, αλλά έχουμε περιέλθει σε μια κατάσταση πολύ χειρότερη από τη δική τους. Στην πραγματικότητα, επιδεικνύουμε κτηνώδη και ταυτόχρονα αυτοκτονική συμπεριφορά.

Και τούτο διότι έχουμε ξεμάθει να ζούμε στον φυσικό κόσμο.

Η δική μας τροφή δεν είναι πια τόσο υλική, αλλά υπερσυσσώρευση άχρηστης και συνήθως ψεύτικης, διαδικτυακής πληροφορίας, διαδικασία που όχι μόνο δεν μετατρέπεται σε αντίδραση, αλλά επιπλέον λειτουργεί ως ναρκωτικό, ως μύκητας που εξαπλώνεται μολύνοντας ό,τι αγγίζει.

Η εξέταση των καθημερινών πρωτοσέλιδων της χώρας μας, καθιστά την προειδοποίηση του Τέρνμπουλ τρομερά επίκαιρη.

Σκεφτείτε τις πιο πρόσφατες ειδήσεις για διάφορους γονείς που κακοποιούν, βιάζουν και εκδίδουν τα παιδιά τους, τα αφήνουν να πεθαίνουν από ασφυξία κλεισμένα σε αυτοκίνητα υπό καύσωνα, ενώ οι ίδιοι ψωνίζουν, τρώνε, πίνουν, ή παίρνουν τη δόση τους από ναρκωτικά, για γονείς που τα κλειδώνουν σε δωμάτια ή σε αποθήκες, ενώ κάνουν πάρτι οργίων, για ανθρωπόμορφα κτήνη που βασανίζουν ζώα, και επιπλέον όλα τα παραπάνω τα βιντεοσκοπούν και τα δημοσιοποιούν στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης.

Πώς είναι δυνατόν να γίνεται ανεκτή τόση αποκτήνωση;

Τα φαινόμενα της αποκτήνωσης είναι πλέον διάχυτα και στην ελληνική κοινωνία.

Η αποκτήνωση ως διαχρονικό φαινόμενο

Τα χαρακτηριστικά που διαμόρφωσαν οι Ικ την εποχή της αποκτήνωσής τους είναι τα ίδια με εκείνα που αναφέρει ο Θεοτοκάς, αλλά και τα ίδια με εκείνα που αναφέρει ο Απόστολος Παύλος στην Επιστολή προς Τιμόθεον, Κεφ. 3, ότι θα έχουν οι άνθρωποι τις Έσχατες Μέρες:

«Τοῦτο δὲ γίνωσκε, ὅτι ἐν ἐσχάταις ἡμέραις ἐνστήσονται καιροὶ χαλεποί·
ἔσονται γὰρ οἱ ἄνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι, ἀλαζόνες, ὑπερήφανοι,
βλάσφημοι, γονεῦσιν ἀπειθεῖς, ἀχάριστοι, ἀνόσιοι, ἄστοργοι, ἄσπονδοι,
διάβολοι, ἀκρατεῖς, ἀνήμεροι, ἀφιλάγαθοι, προδόται, προπετεῖς, τετυφωμένοι,
φιλήδονοι μᾶλλον ἢ φιλόθεοι»…

Μα, αυτή δεν είναι ακριβώς η περιγραφή που δίνει και ο Ησίοδος στο Έργα και Ημέρες για την τύχη που περιμένει το Σιδηρούν Γένος, δηλαδή το δικό μας;

«Θα τους καταφρονούν τους γέροντες γονείς οι απόγονοί τους,
θα τους χλευάζουν ξεστομίζοντας λόγια βαριά,
άσπλαχνοι, ανίδεοι μπροστά στον φόβο του θεού·
σ᾽ εκείνους που τους γέννησαν, όταν γεράσουν,
δεν θα αποδώσουν τα τροφεία τους·
καμιά αρετή ευορκίας, δικαιοσύνης, καλοσύνης.

Αντίθετα, θα δείχνουν την εκτίμησή τους
σ᾽ όποιον θα πράξει το κακό·
το δίκιο καθενός η δυνατή γροθιά·
θα λείψει κι η ντροπή·
θα βλάφτει ο τιποτένιος τον καλύτερό του,
με δόλια λόγια ξεγελώντας τον, και θα ορκίζεται αποπάνω·
ο φθόνος μόνον θα συντροφεύει τους ανθρώπους μες στη συμφορά τους
κακόγλωσσος, χαιρέκακος, μνησίκακος.

Και τότε προς τον Όλυμπο, μακριά από πλατείες και δρόμους,
καλύπτοντας με τον λευκό τους πέπλο την ωραία θωριά τους,
εγκαταλείποντας για πάντα τους ανθρώπους,
θα φύγουν και θ᾽ ανέβουν στον κόσμο των θεών
η Αιδώς κι η Νέμεση.

Ό,τι θα μείνει, θα ᾽ναι μόνο βάσανα πικρά,
κλήρος για τους απόκληρους βροτούς,
δεν θα υπάρξει στα δεινά τους σωτηρία καμιά».

(Στίχοι 180-200, Μετάφρ.: Δημ. Μαρωνίτης).

Επομένως, μπορούμε να συνάγουμε ότι όταν μία φυλή, ένας πολιτισμός, ή μια αυτοκρατορία φτάνει στο τέλος της, παρουσιάζονται στους ανθρώπους πάντα τα ίδια γνωρίσματα.

Ίσως λοιπόν πρόκειται για «συμπαντικό» script, για έναν «κώδικα πληροφορικής» με τον οποίο λειτουργεί ο κόσμος μας, που ενεργοποιείται όταν ξεπεραστεί ένα όριο.

Το αντίδοτο

Μπορεί άραγε να αλλάξει αυτός ο κώδικας, ώστε να αναβληθεί ή και να αποφευχθεί το δικό μας τέλος, και με ποιο τρόπο;

Η αποκτήνωση του Σιδηρούντος Γένους του Ησίοδου, των ανθρώπων των Εσχάτων Ημερών του Απ. Παύλου, των Ελλήνων της Κατοχής, και των Ικ της Ουγκάντας, δείχνει πώς θα είναι ο κόσμος μας όταν όλοι περιχαρακωθούν στον εαυτό τους και πάψουν να προσφέρουν οτιδήποτε στους άλλους: το χειρότερο είδος τρόμου.

Ο συμπαντικός νόμος της αγάπης, της ανθρωπιάς και της αλληλεγγύης επιβάλλει τα παιδιά να αγαπούν και να τιμούν τους γονείς τους και τους γονείς να αγαπούν, να φροντίζουν και να διδάσκουν τα παιδιά τους.

Αμφότεροι επιβάλλεται να τιμούν τους ηλικιωμένους, ενώ οι ηλικιωμένοι πρέπει με τη σειρά τους να διδάσκουν τους νέους. Όλοι μαζί δε επιβάλλεται να αγαπούν και να μην κακοποιούν τα ζώα.

Αυτό είναι το αντίδοτο στην αποκτήνωση. Διαφορετικά, το script της καθόδου προς την πνευματική Κόλαση μπαίνει αυτομάτως σε εφαρμογή.

Όλα αυτά ισχύουν βεβαίως σε έναν μη μετανθρωπισμένο κόσμο, με έναν Homo Sapiens, μη υβριδικό, μη επαυξημένο και μη τσιπαρισμένο, που διεξάγει έναν διαρκή αγώνα πνευματικής ανύψωσης, κατά της επικράτησης του Κακού και των κατώτερων ενδοδιαστατικών στοιχειακών.

Καθώς η βύθιση της παρούσας κοινωνίας προς την πνευματική άβυσσο επιταχύνεται δραματικά, έχουμε χρέος να τηρούμε αδιάκοπα αυτόν τον νόμο, να τον διδάσκουμε και στα δικά μας παιδιά, και να τον υπενθυμίζουμε σε όλους.

Διαφορετικά, το τέλος του πολιτισμού μας είναι αναπόφευκτο και μάλιστα ίσως θα συμβεί μέσω μιας τρομακτικής φυσικής καταστροφής, όπως γινόταν πάντα.

Θα πάρουμε παράταση ή όχι;

ΠΗΓΕΣ:

Ιk (peuple), Wiki fr

Colin M. Turnbull, The Mountain People, επανέκδ. από Simon & Schuster, Inc. 1989

Generosity among the Ik of Uganda

The selfish people

Neither nasty nor brutish

Ikland | trailer


Γιώργος Θεοτοκάς, Τετράδια Ημερολογίου, 1939-1953, εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2005.

Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

Aperopia