Η παρούσα δημοσίευση αποτελεί τμήμα εκτενούς άρθρου με τίτλο ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΣΑΡΩΝΙΚΟΥ που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «ΤΡΙΤΟ ΜΑΤΙ», τεύχος 232, Ιούλιος 2015, ενώ έχουν γίνει ορισμένες προσθήκες και διορθώσεις.
Το νησάκι Αγκίστρι, η αρχαία Πιτυόνησος (=νησί των πεύκων) και μετέπειτα Κεκρυφάλεια που σημαίνει «κρυμμένη-στολισμένη κεφαλή» ή «κάλυμμα κεφαλιού», διαθέτει και αυτό, όπως και η Σαλαμίνα ένα τεράστιο πευκοδάσος.
Πέρα από την τουριστική εξέλιξη που συνέβη στο νησί τα τελευταία επάρατα 30 χρόνια, με την ανέγερση κι άλλων «μεζονετών» οι οποίες πάνε πακέτο με αποθήκη και πάρκινγκ (!), ευτυχώς που ακόμα θυμίζει τα καλοκαίρια των παιδικών μας χρόνων.
Ιδιαίτερα, τα μαγευτικά νερά των όρμων του ιδιωτικού νησιού/χερσονήσου Απόνησος, στα βορειοδυτικά του Αγκιστρίου, απέναντι από το νησάκι Δωρούσα, με το τυρκουάζ χρώμα τους, μοιάζουν να έχουν βγει από καρτ ποστάλ, και σίγουρα είναι καλύτερα από τις παραλίες της Καραϊβικής, για τις οποίες ίσως πολλοί από εσάς φαντάζονται ότι είναι ανώτερες, αγνοώντας πως σε απόσταση 50 λεπτών από το λιμάνι του Πειραιά υπάρχουν τέτοιοι εξωτικοί τόποι στον εν πολλοίς περιφρονημένο Σαρωνικό, αποτελούν πόλο έλξης σκαφών και συνήθως είναι γεμάτα από τις αρχές της άνοιξης.
Οι αρχαίοι ψαράνθρωποι του Αγκιστριού
Όταν περιηγηθείτε στα δρομάκια των οικισμών του, θα διαπιστώσετε πως σε κάποια (παλαιά) ασβεστωμένα σπίτια υπάρχουν περίεργα ενσωματωμένα ανθρώπινα πρόσωπα.
Η αιτία είναι η πεποίθηση των παλαιότερων κατοίκων, αλβανικής καταγωγής, εγκατεστημένων εκεί ήδη από τον 14ο αιώνα, πως στο νησί έβγαιναν παράξενα πλάσματα της θάλασσας και περπατούσαν έρποντας στη στεριά, αναζητώντας τροφή, επιτιθέμενα ενίοτε στους κατοίκους. Οι κάτοικοι εντοιχίζοντας αναπαραστάσεις ανθρώπινων προσώπων μέσα στον ασβέστη, πίστευαν πως οι …δαίμονες αυτοί θα τα φοβούνταν και θα ετρέποντο σε φυγή.
Οι τότε κάτοικοι, στην πλειοψηφία τους αγράμματοι, αγνοώντας την ελληνική μυθολογία, προσπάθησαν να ερμηνεύσουν την παρουσία θαλάσσιων πλασμάτων στο νησί με το δικό τους τρόπο, πιο απλοϊκό σε σχέση με την πολύπλοκη ερμηνεία που είχαν δώσει οι αρχαίοι Έλληνες, καθ’ ότι πλάσματα σαν κι αυτά ήταν γνωστά από την απώτατη αρχαιότητα σε όλον τον πλανήτη.
Σύμφωνα με τη μυθολογία μας, επρόκειτο για τους αρχαίους Τελχίνες που είχαν καταφύγει μεταξύ άλλων νησιών και στο Αγκίστρι, αμφίβια πλάσματα, δαίμονες της θάλασσας, μισούς ανθρώπους και μισούς ψάρια, με μεμβράνη ανάμεσα στα δάχτυλά τους, όπως οι χήνες. Συναντάμε και εδώ, μια παραλλαγή της σουμεριακής παράδοσης του Οάννες, του θεού-ψαριού.
Σύμφωνα με την μυθολογία, οι Τελχίνες, ανέθρεψαν τον Ποσειδώνα, όταν τους τον εμπιστεύτηκε η μητέρα του, Ρέα. Όταν εκείνος μεγάλωσε, μια εξ αυτών, η Αλία τον ερωτεύτηκε, έσμιξε μαζί του και του έδωσε έξι γιους, και μια κόρη, τη Ρόδο, το γνωστό μας νησί, το οποίο άλλωστε ονομαζόταν και Τελχινία.
Τα πλάσματα αυτά κατά την αρχαιότητα ήταν γνωστά σαν «Οι κυρίαρχοι των μετάλλων», καθώς είχαν κατασκευάσει το δρεπάνι με το οποίο, σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Κρόνος ακρωτηρίασε τον Ουρανό, την τρίαινα του Ποσειδώνα κλπ, ενώ σαν μάγοι, είχαν υπερφυσικές ιδιότητες, όπως την ικανότητα να εξαπολύουν βροχές, χαλάζι, χιόνι και κεραυνούς, και το κακό και βάσκανο «μάτι» τους ήταν παροιμιώδες, καθώς και την ικανότητα να μεταμορφώνονται κατά το δοκούν.
Λόγω των «θεϊκών» τους ιδιοτήτων, δεν τα πήγαιναν καλά με τον Δία, και γενικά με τους άλλους θεούς του Δωδεκάθεου, οι οποίοι τους καταδίωκαν, γι’ αυτό και κατέφευγαν σε διάφορα νησιά, μεταξύ των οποίων η Κρήτη, η Κύπρος και το μικρό… Αγκίστρι.
Μια πιο ρεαλιστική ερμηνεία είναι πως πίσω απ’ αυτούς τους «δαίμονες», κρύβονταν οι κλειστές, θρησκευτικά οργανωμένες συντεχνίες των σιδηρουργών, που δημιούργησαν τα πρώτα μεταλλευτικά κέντρα στην Κρήτη και την Κύπρο.
Μια άλλη, ακόμα πιο ρεαλιστική ερμηνεία, είναι πως αρκετοί ντόπιοι ψαράδες κατά καιρούς έπιαναν στα δίχτυα τους απλώς είδη διαβολόψαρων (ή αλλιώς διαβόλους), ή …φώκιες, που δεν είναι φυσικά Τελχίνες, και που φαίνεται πως από την απαρχή της ανθρωπότητας θεωρούν κάποιους ελληνικούς βυθούς σπίτι τους. Υπερβάλλοντας λοιπόν οι ντόπιοι έλεγαν πως τα διαβολόψαρα (ή οι φώκιες) περπατούσαν στη στεριά ψάχνοντας για τροφή και ότι πολλές φορές …ορμούσαν στους ανθρώπους.
Αυτό έχει μια κάποια επιστημονική βάση, αν λάβουμε υπ’ όψιν ότι ο διάβολος είναι πελαγικό σαλάχι, ζει σε ολιγάριθμες ομάδες κοντά στην επιφάνεια και συνηθίζει να πηδά έξω από το νερό και να πέφτει πάλι, με ισχυρό θόρυβο. Φυσικά, από το να κάνει… πιρουέτες πάνω από το νερό, ως το σημείο να σέρνεται στα σοκάκια του νησιού, έχει μεγάλη διαφορά. Οι φώκιες μπορεί και να σέρνονταν, τα διαβολόψαρα μάλλον όχι!
Είτε λοιπόν συναντήσετε …Τελχίνες, είτε όχι, η μαγική ατμόσφαιρα του νησιού θα σας ανταμείψει!
Αγκυροβολία
Αν έχετε τύχη και ανάλογα με την εποχή και βρείτε θέση στο λιμάνι, καλά θα είναι, εκτός κι αν φέρνει δυνατό ΝΑ (μπουκαδούρα), οπότε ξεχάστε το. Γενικά το να θέλουμε να βρούμε θέση μέσα στο λιμάνι το καλοκαίρι είναι χαμένη υπόθεση. Εναλλακτικά, μπορείτε να ρίξετε άγκυρα στη Δραγονέρα ή στην Απόνησο αν βρείτε θέση σε έναν από τους όρμους, αλλιώς θα καταλήξετε σε μια από τις δύο Επιδαύρους. |
ΑΠΟ ΠΟΥ ΠΡΟΕΡΧΕΤΑΙ Η ΛΕΞΗ ΣΑΡΩΝΙΚΟΣ;
Σύμφωνα με τη μυθολογία ο μυθικός βασιλιάς της Τροιζήνας Σάρων, ήταν μανιώδης κυνηγός, και κυνηγώντας κάποτε μια ελαφίνα η οποία έπεσε στη θάλασσα για σωθεί, συνέχισε να τη καταδιώκει κολυμπώντας, απομακρύνθηκε από τη ακτή, κουράστηκε και τελικά πνίγηκε. Από τότε, ο κόλπος ονόμαστηκε Σαρωνικός, ενώ οι δύο κόλποι, ο γειτονικός Αργολικός και ο Σαρωνικός αναφέρονται συχνά χάριν συντομίας ως Αργοσαρωνικός. |
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.